σφαγεῖα

σφαγεῖα
σφαγεῖον
bowl for catching the blood of the victim
neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • σφαγεῖ' — σφαγεῖα , σφαγεῖον bowl for catching the blood of the victim neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφαγείο — το / σφαγεῑον, ΝΑ, και σφαγειό Ν [σφαγή] νεοελλ. 1. (στον εν. και στον πληθ.) στεγασμένος χώρος στον οποίο σφάζονται και προετοιμάζονται κατάλληλα τα ζώα που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο 2. μτφ. α) ομαδική σφαγή ή, γενικά, εξόντωση …   Dictionary of Greek

  • κυστικέρκωση — Παρασιτική ασθένεια του ανθρώπου αλλά και διαφόρων ζώων της ομάδας των κεστωδών, που χαρακτηρίζεται από την παρουσία κυστικέρκων στους ιστούς και στα όργανα. Στον άνθρωπο προκαλείται από τις νύμφες της ταινίας των χοίρων, της έλμινθας. Η ημιώριμη …   Dictionary of Greek

  • Βαμβακάρης, Μάρκος — (Άνω Χώρα, Σύρος 1905 – Πειραιάς 1972). Λαϊκός συνθέτης, τραγουδιστής και μουσικός. Αφού πέρασε από κάθε είδους επαγγέλματα (εφημεριδοπώλης, λούστρος, μανάβης, λαχειοπώλης, υπάλληλος γραφείου κηδειών, αχθοφόρος, εκδορέας σε σφαγεία) κατέληξε στο… …   Dictionary of Greek

  • Γκαρνιέ, Τονί — (Tony Garnier, Λιόν 1869 – Λα Μπεντούλ 1948).Γάλλος πολεοδόμος και αρχιτέκτονας. Η φήμη του ως πολεοδόμου συνδέεται με τη μελέτη του (1901 4) για τη Βιομηχανική Πόλη (Cité industrielle),στην οποία περιέχονται όλα τα στοιχεία της ορθολογιστικής… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Καναδάς — I Επίσημη ονομασία: Καναδάς Έκταση: 9.970.610 τ. χλμ. Πληθυσμός: 30.007.094 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Οτάβα (827.898 κάτ. το 2001)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Ν με τις ΗΠΑ και στα Δ με την πολιτεία Αλάσκα των ΗΠΑ. Βρέχεται στα Β από… …   Dictionary of Greek

  • Κλεάνθης, Σταμάτιος — (Βελβεντός Μακεδονίας 1802 – Αθήνα 1862). Αρχιτέκτονας. Θεωρείται εκπρόσωπος της περιόδου του νεοκλασικισμού. Σε νεαρή ηλικία πολέμησε στο Δραγατσάνι και αιχμαλωτίστηκε. Μετά την απελευθέρωσή του πήγε στο Βερολίνο, όπου σπούδασε αρχιτεκτονική. Το …   Dictionary of Greek

  • Ντζαμένα — (N’ Djamιna). Πόλη (609.600 κάτ. το 2003) και πρωτεύουσα του Τσαντ και του νομού Σάρι Μπακίρμι (82.910 τ.χλμ, 1.437.400 κάτ. το 2003). Iδρυμένη το 1900 με το όνομα φορ Λαμί σε ανάμνηση του διοικητή Λαμί που σκοτώθηκε στη μάχη του Kουσερί (22… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”